16/4/2021

Η πετρελαϊκή αγορά αμφιταλαντεύεται μεταξύ της βιώσιμης ανάπτυξης και μιας επερχόμενης οικονομικής ανάκαμψης στην μετά COVID-19 εποχή και οι εταιρείες του κλάδου επιχειρούν μια πράσινη στροφή, η οποία ωστόσο δεν γυρίζει την πλάτη στο πετρέλαιο.

Οι εκτιμήσεις του IEA, του ΟΠΕΚ και η τελευταία αναφορά του Bloomberg Markets δείχνουν ότι η αγορά θα χρειαστεί αρκετό πετρέλαιο τα επόμενα χρόνια, κάτι που εξηγεί και την στρατηγική που ακολουθούν μεγάλοι διεθνείς κολοσσοί οι οποίοι εξακολουθούν να επενδύουν εκατομμύρια δολάρια στις έρευνες υδρογονανθράκων.

Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ) στη μηνιαία του έκθεση δήλωσε ότι ένα χρόνο μετά από τον πόλεμο των τιμών που σηματοδότησε έναν από τους πιο αδύναμους μήνες στην ιστορία για τις τιμές του πετρελαίου, η παγκόσμια αγορά ενέργειας βρίσκεται σε καλό δρόμο για ανάκαμψη. Ο ΙΕΑ αύξησε τις ετήσιες προβλέψεις του για την παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου το 2021 κατά 230.000 βαρέλια ημερησίως στα  5,7 εκατ. βαρέλια την ημέρα. Νωρίτερα αυτή την εβδομάδα, ο ΟΠΕΚ αύξησε και αυτός από τη μεριά του την πρόβλεψη για τη ζήτηση το 2021 κατά 100.000 βαρέλια την ημέρα.

Η ενεργειακή μετάβαση δεν μπορεί να γίνει εν μία νυκτί και ανεξάρτητα από το πότε τοποθετείται το peak της ζήτησης, τεράστιες αναπτυσσόμενες αγορές εξακολουθούν να βασίζονται στα ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα.

«Ο κόσμος αναμένεται να κάψει εκατοντάδες δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου τις επόμενες δεκαετίες», ανέφερε η Bloomberg Markets αυτή την εβδομάδα. Αυτό δίνει πολλά κίνητρα σε κολοσσούς όπως η Total ή η Royal Dutch Shell Plc, καθώς και σε εκατοντάδες μικρότερες επιχειρήσεις που παραμένουν ενεργές να συνεχίσουν να αναζητούν νέους στόχους σε όλο τον κόσμο, σημειώνει.

Η γαλλική Total αναμένεται να λάβει έγκριση για ένα νέο έργο πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων μέσα στις επόμενες ημέρες ανοίγοντας το δρόμο για δραστηριότητες σε ανεκμετάλλευτες πετρελαιοπηγές στην Ουγκάντα και την Τανζανία. Η επιχείρηση της Total στην Ανατολική Αφρική θα κοστίσει περίπου 5,1 δισεκατομμύρια δολάρια και θα περιλαμβάνει γεωτρήσεις κατά μήκος της παραλίμνιας περιοχής Albert στην Ουγκάντα, καθώς και την κατασκευή αγωγού 1.443 χιλιομέτρων για την παράδοση του κηρώδους αργού πετρελαίου στο λιμάνι Τάνγκα της Τανζανίας, από όπου θα εξαχθεί.

Μέχρι σήμερα, μόνο η BP έχει αναγνωρίσει ρητά το τέλος της εποχής του πετρελαίου, παραδεχόμενη ότι η αύξηση της ζήτησης δεν θα είναι πλέον ο κανόνας στο εγγύς μέλλον. «Ο υπόλοιπος κλάδος αναμένει ακόμη μια ακόμη δεκαετία αύξησης της ζήτησης προτού η παγκόσμια ανάγκη για πετρέλαιο φθάσει στο ανώτατο επίπεδο», αναφέρει το Bloomberg Markets.

Φυσικά, αυτή δεν αποτελεί την ιδανική εξέλιξη για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Το 2015, μια εμπειρική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature διαπίστωσε ότι για να αποφευχθούν οι χειρότερες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, τουλάχιστον το 80% των γνωστών αποθεμάτων ορυκτών καυσίμων στον κόσμο θα έπρεπε να παραμείνει ανεκμετάλλευτο. Πρόκειται για όγκους οι οποίοι αντιστοιχούν σε ποσοστό πάνω από το 90% του άνθρακα των ΗΠΑ και το 100% των αποθεμάτων αρκτικού πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Από την άλλη, ο κλάδος πετρελαίου και φυσικού αερίου κάνει σταδιακά τη δική του «πράσινη προσαρμογή» και εντάσσει στις δραστηριότητές του τεχνολογίες μείωσης των ρύπων, υποδομές εξυπηρέτησης πράσινων καυσίμων και συνέργειες που συνδυάζουν τα καλά στοιχεία του κάθε τομέα. 

Η τεχνολογία δέσμευσης του άνθρακα αποτελεί έναν ακόμη σημαντικό κρίκο της ενεργειακής μετάβασης. Με τον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα να κλιμακώνουν τις πρωτοβουλίες δέσμευσης άνθρακα, η συμμετοχή της πετρελαϊκής βιομηχανίας στο παγκόσμιο αποτύπωμα άνθρακα μπορεί να μειωθεί σε κάποιο βαθμό κατά το διάστημα της ενεργειακής μετάβασης και μέχρι να φθάσουμε τον μακροπρόθεσμο στόχο του 100% των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.