Χρήσιμα Τηλέφωνα & Πληροφορίες
Λαθρεμπόριο: Η μεγάλη κλοπή κάτω από τη «μύτη» του κράτους

Λαθρεμπόριο: Η μεγάλη κλοπή κάτω από τη «μύτη» του κράτους

Διαφήμιση

Λαθρεμπόριο: Η μεγάλη κλοπή κάτω από τη «μύτη» του κράτους

Η απόφαση των φορολογικών αρχών να καταστούν επιτέλους οι εταιρείες εμπορίας καυσίμων και τα διυλιστήρια της χώρας συνυπεύθυνοι για τα πρατήρια που παρανομούν, αποτελεί ένα πρώτο βήμα.

 

Δεν θέλει και πολύ μυαλό για να καταλάβει κανείς ότι με την επιβολή κυρώσεων και προστίμων και στους άλλους κρίκους της αλυσίδας όταν διαπιστωθεί ότι γνώριζαν πως τα πρατήρια με τα οποία συνεργάζονται, παρανομούν, αλλά δεν είχαν ενημερώσει τις αρχές, κάπως σφίγγει ο κλοιός.

Από μόνο του φυσικά το μέτρο δεν αρκεί. Τα όσα έχουν εξαγγελθεί εδώ και πάνω από μια δεκαετία για να περιοριστεί η μεγάλη κλοπή σε βάρος των φορολογουμένων από το λαθρεμπόριο, πρέπει επιτέλους να εφαρμοστούν στο σύνολο τους, όχι αποσπασματικά. Δεν είναι πυρηνική φυσική η καταπολέμηση του λαθρεμπορίου, πολιτική βούληση χρειάζεται.

Η χθεσινή ανακοίνωση της ΑΑΔΕ αποκαλύπτει το πάρτι που γίνεται τόσα χρόνια με το λαθρεμπόριο καυσίμων, κάτω από τη «μύτη» του κράτους. 

 

Διαβάζοντας ότι οι εταιρείες καυσίμων και τα διυλιστήρια οφείλουν πλέον να ενημερώνουν πάραυτα την ΑΑΔΕ όταν το πρατήριο με το οποίο συνεργάζονται, «…δεν παρέχει στοιχεία φορολογικού μητρώου, άδεια λειτουργίας, πιστοποιητικά και λοιπά προβλεπόμενα στοιχεία, δεν επιτρέπει τη λήψη δείγματος καυσίμων που διακινεί για έλεγχο, δεν έχει  εγκαταστήσει σύστημα εισροών – εκροών..», κάτι που αποτελεί υποχρέωση εδώ και πάρα πολλά χρόνια, γεννώνται μερικά προφανή ερωτήματα.

Είναι δυνατόν μια εταιρεία να μη γνωρίζει, να μην έχει ελέγξει το ποιόν αυτού με τον οποίο συναλλάσσεται;

Και για να το πούμε διαφορετικά, ποια επιχείρηση, σε οποιονδήποτε κλάδο της οικονομίας, αποδέχεται να συνεργάζεται με κάποιον που δεν έχει άδεια λειτουργίας ή η συνολική του συμπεριφορά δείχνει ότι έχει θέμα νομιμότητας, χωρίς να διακόπτει άμεσα τη σχέση μαζί του;

 

Που φέρει το σήμα της και πουλά τα προϊόντα της, αλλά αρνείται να δεχτεί έλεγχο από τις φορολογικές αρχές; Που δεν έχει εγκαταστήσει και δεν λειτουργεί ακόμη και σήμερα ένα σύστημα (αυτό για τις εισροές και εκροές στα καύσιμα), που αποτελεί νόμο του κράτους εδώ και τουλάχιστον μια δεκαετία; 

Αν κάτι δείχνει η χθεσινή ανακοίνωση της ΑΑΔΕ είναι ότι η αγορά αυτή, της εμπορίας καυσίμων, δεν έχει αυτορυθμιστεί, δεν έχει κάνει ουσιαστικές κινήσεις για να βάλει τόσα χρόνια σε τάξη τα του οίκου της. Κι ότι όλα αυτά συμβαίνουν χρόνια τώρα, χωρίς να ιδρώνει κανενός το αυτί. Διαφορετικά, δε θα χρειάζονταν οι φορολογικές αρχές να ζητούν από τις εταιρείες να κάνουν τα αυτονόητα. 

Ενδιαφέρον θα έχει επίσης να μάθουμε στο άμεσο μέλλον, ποιες από τις επιχειρήσεις του χώρου συμμορφώθηκαν με τις εντολές των φορολογικών αρχών, διέκοψαν τη διάθεση ενεργειακών προϊόντων προς πρατήρια που εντοπίστηκαν να παρανομούν, καθώς επίσης απέσυραν τα σήματά τους, τις αντλίες τους και τον υπόλοιπο εξοπλισμό τους απ’ αυτά. 

 

Και το κυριότερο, αν εφαρμόστηκαν και εναντίον ποιών, τα μέτρα δέουσας επιμέλειας και τα πρόστιμα (έως και 30.000 ευρώ ανά πρατήριο, σύμφωνα με την ανακοίνωση), που προβλέπει ο νόμος για τις εταιρείες, εφόσον διαπιστωθεί ότι γνώριζαν αλλά έκαναν τα «στραβά μάτια» και δεν ενημέρωσαν τις αρχές.

Στην αγορά καυσίμων, όλα αυτά είναι προφανώς μια πρακτική που συμβαίνει χρόνια τώρα, ένα ατελείωτο πάρτι λαθρεμπορίου σαν μια εικόνα «παγωμένη στο χρόνο», χωρίς σημάδια εξυγίανσης στη πορεία των ετών. 

Η ειρωνεία είναι ότι τα παραδέχονται οι ίδιες οι εταιρείες.

 

Τα ακούσαμε τον Ιανουάριο σε συνέντευξη Τύπου από τους εκπροσώπους του Συνδέσμου Εταιρειών Εμπορίας Πετρελαιοειδών (ΣΕΕΠΕ): Τα ποσοστά στις πειραγμένες αντλίες παραμένουν υψηλά, οι έρευνες που κατά καιρούς κάνει το Πολυτεχνείο καταλήγουν στα ίδια πάνω – κάτω συμπεράσματα, τα στοιχεία από τα συστήματα εισροών – εκροών καυσίμων, που δείχνουν ποιος πουλάει σε ποιόν και τι ποσότητες, αναξιοποίητα.

Εικόνα που ελάχιστα έχει αλλάξει την τελευταία δεκαετία. Εικονικές εταιρείες που κάτω από τη «μύτη» του κρατικού μηχανισμού, εκδίδουν τιμολόγια, ελλειμματικές παραδόσεις σε πρατήρια της Αττικής που ξεπέρασαν, σύμφωνα με έρευνα του ΕΜΠ κατά μέσον όρο το 10%, όταν το φυσιολογικό είναι μια απόκλιση έως 1% και κλέψιμο στην αντλία που φτάνει και το 21% σε σχέση με την ποσότητα που πληρώνει ο πελάτης.

Κι επίσης, πετρέλαιο θέρμανσης και ναυτιλίας (αδασμολόγητο) που πωλούνται ως κίνησης, καύσιμα που ενώ δηλώνονται ως εξαγωγές, καταλήγουν σε πρατήρια εντός της χώρας, σλέπια που αντί να ανεφοδιάζουν πλοία με ναυτιλιακό καύσιμο, το μεταφέρουν στα πρατήρια για να πουληθεί ως καύσιμο κίνησης, εργαστήρια με διαλύτες για τη νοθεία, όλα αυτά, σύμφωνα με όσα λένε πάντα, στελέχη του ίδιου του κλάδου.

 

Εύλογα ερωτήματα που κάνουν τον καθένα να αναρωτιέται ποια είναι η δυσκολία να χτυπηθεί η παραβατικότητα, η οποία, σύμφωνα με έρευνα του ΕΜΠ για τα πρατήρια της Αττικής, όπου και συγκεντρώνεται το 50% της πανελλαδικής κατανάλωσης, σταθερά διογκώνεται.

Τα εργαλεία της παρανομίας γίνονται σίγουρα όλο και εξυπνότερα, ενώ έχουμε πλέον να κάνουμε συχνά με διεθνείς σπείρες που χρησιμοποιούν τεχνάσματα για να μπερδεύουν τις αρχές, όπως νομιμοφανείς δραστηριότητες για να καλύπτουν τις παράνομες, όπως αυτή, στέλεχος της οποίας συννελήφθη χθες στη Βάρκιζα.

Είναι σίγουρα πτυχές που δεν μπορεί κανείς να παραγνωρίσει, όμως γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο οι ελεγκτικές αρχές διαθέτουν πλέον ψηφιακά όπλα για τον εντοπισμό της μεγάλης φοροδιαφυγής και του λαθρεμπορίου.

Αυτός είναι ο λόγος που οι φορολογικές αρχές έχουν θωρακιστεί με εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης για την ανάλυση μεγάλων δεδομένων από διάφορες πηγές, όπως τραπεζικές συναλλαγές, ψηφιακές δημόσιες πλατφόρμες και μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ανιχνεύοντας συμπεριφορικά προφίλ. Ασυνήθιστες συναλλαγές ή μεταφορές χρημάτων και πληρωμές μέσω καρτών σε μη καταχωρισμένους πωλητές, που συνδέονται συχνά με μη καταγεγραμμένη οικονομική δραστηριότητα μέσω πλατφορμών στη λεγόμενη οικονομία διαμοιρασμού.

Εδώ όμως δεν μιλάμε για αυτά. Αλλά για το αυτονόητο, το οποίο, όπως προκύπτει από την ανακοίνωση της ΑΑΔΕ δεν εφαρμόζεται.

Αν και δεν νοείται μια εταιρεία να συνεργάζεται με κάποιον ο οποίος δεν παρέχει στοιχεία φορολογικού μητρώου και άδεια λειτουργίας ή δεν επιτρέπει τη λήψη δειγμάτων των προϊόντων που πουλάει ή δεν έχει ακόμη θέσει σε λειτουργία το σύστημα εισροών – εκροών, εντούτοις η εικόνα αυτή φαίνεται ότι αποτελεί και σήμερα τμήμα της πραγματικότητας στην ελληνική αγορά καυσίμων.

 

liberal.gr

Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων