Χρήσιμα Τηλέφωνα & Πληροφορίες
Ποιο θα είναι το επόμενο μεγάλο «κανόνι»

Ποιο θα είναι το επόμενο μεγάλο «κανόνι»

Διαφήμιση

Ποιος θα είναι ο επόμενος; Αυτό είναι το ερώτημα που κυριαρχεί στην αγορά τα τελευταία 24ωρα μετά τις δραματικές εξελίξεις στην υπόθεση του Μαρινόπουλου και της Jetoil της οικογένειας Μαμιδάκη, οι οποίες ήρθαν να διαλύσουν τις όποιες «ψευδαισθήσεις» υπήρχαν ακόμη για ταχεία ανάκαμψη της οικονομίας μετά την υπογραφή της συμφωνίας με τους Θεσμούς τον περασμένο Μάιο.

Πολλοί φοβούνται πως εάν δεν άλλαξουν άρδην τα δεδομένα, η κατάρρευση της μεγαλύτερης αλυσίδας σούπερ μάρκετ της χώρας (από πλευράς δικτύου καταστημάτων) θα είναι η αρχή ενός νέου κύματος λουκέτων μετά το τέλος της τουριστικής σεζόν.

Χιλιάδες επιχειρήσεις δίνουν καθημερινά μάχη για να κρατηθούν όρθιες, με τις εκτιμήσεις να κάνουν λόγο πως δεν θα αργήσουν να σκάνε και άλλες »βόμβες» από τη βαριά βιομηχανία και τη μεταποίηση έως τα ξενοδοχεία και τα τρόφιμα και ποτά.

Δεν είναι κρυφό άλλωστε πως σοβαρά προβλήματα αντιμετωπίζουν εταιρείες από τον χώρο της γαλακτοβιομηχανίας, του εμπορίου, της ιδιωτικής υγείας και των κλινικών, των ναυπηγείων, της μαζικής εστίασης και της βιομηχανίας αλουμινίου, ενώ ήδη αρκετοί όμιλοι έχουν πέρασει ήδη στον έλεγχο των τραπεζών, αφού αδυνατούσαν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις προς τους πιστωτές τους.

Ανάμεσά τους οι δύο μεγάλες εταιρείες της ιχθυοκαλλιέργειας, Σελοντα και Νηρέας, η ακτοπλοϊκή εταιρεία Hellenic Seaways, το ξενοδοχείο Capsis στη Ρόδο και από χθες, σύμφωνα με πληροφορίες της αγοράς, η Euromedica. Η αγωνία στην αγορά είναι διάχυτη, καθώς σε περίπτωση που αρχίσει ένα καταστροφικό ντόμινο πτωχεύσεων δύσκολα θα αποφύγουν τις ζημιές, οι οποίες μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο και τη δικής τους βιωσιμότητα.

Ο ρόλος των capital controls…
Καταλυτικό ρόλο στη ραγδαία επιδείνωση της κατάστασης αρκετών ομίλων έχουν παίξει οι δραματικές συνέπειες των capital controls στην κατανάλωση και η έντονη αβεβαιότητα που προκάλεσε η ατέρμονη διαπραγμάτευση της κυβέρνησης με τους Θεσμούς για την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης.
Οι παράγοντες αυτοί ήρθαν σε συνέχεια της υπερφορολόγησης και της έλλειψης ρευστότητας που ταλανίζει τον επιχειρηματικό κόσμο από το ξέσπασμα της κρίσης, ενώ το αρνητικό κλίμα επέτεινε η καθυστέρηση στην αναδιάρθρωση των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων, κάτι που μπορεί να δώσει ώθηση στην επανεκκίνηση της οικονομίας. Διέξοδο… στο αδιέξοδο που έχει διαμορφωθεί θεωρείται πως μπορεί να υπάρξει μόνο μέσα από την προσέλκυση νέων επενδύσεων, πρωτίστως στους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας που μπορούν να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας.

Με δεδομένο ότι η ελάφρυνση των φορολογικών βαρών τη δεδομένη στιγμή δεν είναι εφικτή, ειδικοί εκτιμούν ότι στην Ελλάδα ως το 2020 θα πρέπει να εισρεύσουν ως και 100 δισ. ευρώ, προκειμένου να εδραιωθεί μια βιώσιμη αναπτυξιακή πορεία και να βγει οριστικά ο τόπος από την κρίση. Στο πλαίσιο αυτό, προτείνεται η απελευθέρωση των αγορών, που σε μεγάλο βαθμό εξακολουθούν να παραμένουν κλειστές και η παροχή κινήτρων, φορολογικών και άλλων, τα οποία θα αποτελούν μαγνήτη για τα διεθνή και εγχώρια επενδυτικά κεφάλαια. Στο σημείο αυτό, στέκονται και κορυφαίοι αξιωματούχοι από την Ευρώπη, οι οποίοι προτρέπουν τη χώρα να επισπεύσει την υλοποίηση των διαρθρωτικών αλλαγών.

… και η ανάγκη για αλλαγή πολιτικής
Την ανάγκη να αλλάξει ρότα η οικονομική πολιτική, ώστε να τονωθεί η αναπτυξιακή διαδικασία επισήμανε στο εβδομαδιαίο δελτίο του και ο ΣΕΒ, ο οποίος κάλεσε παράλληλα την κυβέρνηση να αποφύγει τους πειραματισμούς στον εκλογικό νόμο, καθώς ελλοχεύει ο κίνδυνος της ακυβερνησίας. Οι βιομήχανοι υπογραμμίζουν ότι χρειάζεται να αναλήφθουν επενδυτικές πρωτοβουλίες άμεσης απόδοσης, προκειμένου να δοθούν ανάσες στην αγορά, η οποία βυθίζεται μέρα με τη μέρα στην ύφεση.

«Η χώρα μας επιβάλλεται να γίνει από σήμερα χώρα προορισμού επενδυτικών κεφαλαίων», αναφέρεται χαρακτηριστικά στο δελτίο. Απαίτητη προϋπόθεση, σύμφωνα με τον ΣΕΒ είναι η άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, καθώς υπό τις σημερινές ασφυκτικές συνθήκες που δημιουργούν τα capital controls καμιά πρωτοβουλία δεν μπορεί να ευδοκιμήσει. Κρίσιμη επίσης θεωρείται η αποκατάσταση της τραπεζικής χρηματοδότησης, η οποία εξακολουθεί να δίδεται με χαμηλούς ρυθμούς και η αποπληρωμή των οφειλών του Δημοσίου προς τους ιδιώτες, η οποία πλέον υπερβαίνει τα 7 δισ. ευρώ.

Η κρίση δεν κάνει εξαιρέσεις
Επιχειρήσεις που κατέρρευσαν σαν χάρτινοι  πύργοι…

Η λίστα με τους άλλοτε ισχυρούς ομίλους που βαράνε «κανόνι» υπό το βάρος των χρεών και της έλλειψης ρευστότητας μακραίνει επικίνδυνα

Διαστάσεις επιδημίας τείνει να λάβει η κατάρρευση μεγάλων επιχειρήσεων, οι οποίες μεσουράνησαν επί δεκαετίες στην ελληνική αγορά και έδιναν δουλειά σε χιλιάδες εργαζόμενους, εντείνοντας την αγωνία στην αγορά για την επόμενη ημέρα της ελληνικής οικονομίας. Η λίστα με τους άλλοτες ισχυρούς ομίλους που βαράνε «κανόνι» υπό το βάρος των χρεών και της έλλειψης ρευστότητας μακραίνει επικίνδυνα, με το φαινόμενο να βρίσκεται σε έξαρση από την αρχή του τρέχοντος έτους. Από τα πιο πρόσφατα παραδείγματα που συγκλόνισαν την κοινή γνώμη και εξακολουθούν να συζητούνται μέχρι σήμερα, είναι η περίπτωση της «Ηλεκτρονικής», η οποία παρά τις προσπάθειες που έγιναν δεν μπόρεσε να κρατηθεί ανοιχτή.

Σε μια επεισοδιακή συνέντευξη Τύπου τον περασμένο Μάρτιο, ο γιος του ιδρυτή της εταιρείας ανακοίνωνε το κλείσιμο της ιστορικής αλυσίδας ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών που μετρούσε 60 χρόνια παρουσίας στην Ελλάδα, βυθίζοντας στη θλίψη τους περίπου 400 υπαλλήλους της. Την ίδια περίοδο, «έσκασαν» οι βόμβες του ξενοδοχείου Athens Ledra και της Πυρσός Security, οι οποιες αθροιστικά συντηρούσαν περίπου 1.000 θέσεις εργασίας, ενώ δύο μήνες πριν κατέβασε ρολά και η αλυσίδα βιβλιοπωλείων Παπασωτηρίου, μια εκ των πιο πρωτοπόρων και ανθηρών επιχειρήσεων του κλάδου.

Μετά από μια χρυσή 20ετία, στη διάρκεια της οποίας έχτισε δίκτυο 26 σημείων, η εταιρεία αναγκάστηκε στις αρχές του 2016 να κλείσει και το εμβληματικό κατάστημα στην οδό Πανεπιστημίου. Στη θλιβερή λίστα των «ηχηρών» λουκέτων θα πρέπει να προστεθούν η Αθηναϊκή Χαρτοποιία – Softex, η οποία ανήκε στον ιταλικό όμιλο Bolton Group, η αλυσίδα ένδυσης και υπόδησης Sprider Stores, τα σούπερ μάρκετ Ατλάντικ Σούπερ μάρκετ, η Nutriart (πρώην Κατσέλης), τα πολυκαταστήματα Fokas, η Χαρτοποία Θράκης – η Diana, η Hellenic Steel της ιταλικής ILVA, η Groupon και το ιστορικό ξενοδοχείο Πεντελικόν και η καπνοβιομηχανία Γεωργιάδη.

Θύματα της κρίσης, υπήρξαν επίσης η φημισμένη εταιρεία ανδρικής ένδυσης Carouzos, η υποδηματοποιία Elite, η εταιρεία γυναικείας ένδυσης Yzatis, η Γαλακτοβιομηχανία ΑΓΝΟ, η βιομηχανία ξυλείας Selhman και η Λάρισα Σούπερ μάρκετ, η ΒΙΣ της οικογένειας Φιλίππου και η ΙΜΑΣ της ContiTech. Στην ιστορία πέρασε και η «Φίλκεραμ-Johnson», καθώς η βιομηχανία δομικών υλικών, που ανήκε στον Γιώργο Φιλίππου και τη βρετανική Norcros, με δικαστική απόφαση οδηγήθηκε στο κλείσιμο στα τέλη του 2011, ύστερα από μισό αιώνα ζωής.

ΠΑΡΑΓΩΓΗ
Δυσβάσταχτα τα έξοδα λειτουργίας

Πέρα από την κάμψη της κατανάλωσης και την έλλειψη τραπεζικής χρηματοδότησης, οι ελληνικές επιχειρήσεις καλούνται να αντιμετωπίσουν τα υπέρογκα έξοδα που επιβαρύνουν την παραγωγή και διάθεση των προϊόντων. Όπως αναφέρει στην «Η», ο αντιπρόεδρος της βιομηχανίας συστημάτων φωτισμού Bright και στέλεχος του ΕΒΕΑ, Νίκος Βασιλείου υπολογίζεται ότι τα έξοδα που μεταξύ άλλων αφορούν τη μισθοδοσία του προσωπικού, τους φόρους, τις ασφαλιστικές εισφορές, ανέρχονται στο 50% με 60% της τελικής τιμής ενός προϊόντος, υπονομεύοντας την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων τόσο εντός όσο και εκτός των συνόρων της χώρα.

«Είναι αδύνατον υπό αυτές τις συνθήκες να ανταγωνιστούμε τους ξένους… Μπορεί κάποτε να ήμασταν πιο φθηνοί από τις ανεπτυγμένες οικονομίες της Ευρώπης, ωστόσο πλεόν αυτό δεν ισχύει. Οι τιμές είναι ίδιες ή και λίγο κάτω από τα γερμανικά και ιταλικά προϊόντα, γεγονός που οφείλεται στα υψηλά έξοδα λειτουργίας», σημειώνει χαρακτηριστικά. Το πιο ανησυχητικό όμως, σύμφωνα με τον κ. Βασιλείου είναι η έλλειψη προοπτικής για επιστροφή στην ανάπτυξη, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα όλοι να είναι εξαιρετικά επιφυλακτικοί στην υλοποίηση νέων επενδύσεων και αντίθετα, να δίνουν έμφαση στη συρρίκνωση του κόστους και στον περιορισμό της έκθεσής τους στην ελληνική αγορά.

Αυτό, όπως λέει, δεν οδηγεί πουθενά, και σίγουρα όχι στην έξοδο από τον φαύλο κύκλο της ύφεσης, αλλά καθηλώνει την οικονομία στην υπανάπτυξη και στη στασιμότητα. Η αποκατάσταση της τραπεζικής χρηματοδότησης και η λήψη μέτρων για την αναθέρμανση των επενδύσεων, εδώ και τώρα, θεωρείται κρίσιμη για να αποτραπεί αυτός ο κίνδυνος.

imerisia.gr

Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων